Βρείτε ιατρό

HIV και εγκυμοσύνη: Τι πρέπει να γνωρίζουμε

HIV και εγκυμοσύνη: ένας συνδυασμός που εν πρώτοις ακούγεται απαγορευτικός, δεν είναι όμως απαραίτητo. Τι σημαίνει για την προοπτική μιας εγκυμοσύνης το ενδεχόμενο  ένα από τα μέλη του ζευγαριού, είτε η γυναίκα είτε ο άνδρας, να είναι φορέας του ιού; Όσο κι αν μοιάζει παράδοξο, υπάρχουν τρόποι, ώστε να γεννηθεί ένα υγιές μωρό σε αυτή την περίπτωση. Η εξασφάλιση μιας φυσιολογικής εγκυμοσύνης που θα οδηγήσει στη γέννηση ενός μωρού το οποίο δεν θα είναι φορέας συνίσταται στην προσπάθεια να εκμηδενιστεί το ενδεχόμενο μόλυνσης του εμβρύου.

Τι είναι όμως ο HIV και τι προκαλεί στον οργανισμό; Ο HIV ανήκει στην οικογένεια των ρετροϊών και μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο με την επαφή με σωματικά υγρά, όπως είναι το αίμα, το σπέρμα και τα κολπικά υγρά, αλλά και μέσω του μητρικού γάλακτος. Η παρουσία του αποδυναμώνει το ανοσοποιητικό και αφήνει τον οργανισμό εκτεθειμένο ακόμα και στις πιο απλές λοιμώξεις, που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα τον επηρέαζαν.

Η μετάδοση στην εγκυμοσύνη

Σε μια εγκυμοσύνη ο ιός μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο μέσω του πλακούντα, ενώ η μόλυνση είναι δυνατή τόσο κατά τον τοκετό, όταν σπάει ο αμνιακός σάκος, όσο και κατά τη διάρκεια του θηλασμού. Οι περισσότερες μολύνσεις μάλιστα συμβαίνουν στον τοκετό. Γι’ αυτό και μια έγκυος γυναίκα που είναι φορέας του HIV ή μια γυναίκα που θέλει να μείνει έγκυος ενώ είναι θετική στον ιό, πρέπει να μην αφήσει τίποτα στην τύχη.

Στην περίπτωση που μια γυναίκα είναι φορέας και θέλει να συλλάβει, θα πρέπει αρχικά να αξιολογηθεί η κατάσταση της υγείας της. Συνιστάται οι προσπάθειες για τη σύλληψη να γίνονται μόνο όταν το ιικό της φορτίο είναι χαμηλό, απουσία μάλιστα ενεργών λοιμώξεων. Στη δε περίπτωση που ένας άνδρας είναι φορέας του ιού και θέλει να γίνει πατέρας, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο μόλυνσης της συντρόφου του, πρέπει να πληροί κάποιες προϋποθέσεις: το ιικό φορτίο του να είναι χαμηλό και συγκεκριμένα κάτω από 50 αντίγραφα/ml. Επίσης, θα πρέπει να βρίσκεται υπό αντιρετροϊκή αγωγή τουλάχιστον για ένα εξάμηνο, ενώ συνιστάται η επαφή με σκοπό τη σύλληψη να γίνεται μόνο κατά την περίοδο της ωοθυλακιορρηξίας. Αν όλες αυτές οι συνθήκες εξασφαλιστούν, τότε το ενδεχόμενο μετάδοσης του ιού στη γυναίκα σχεδόν εκμηδενίζεται.

Στην περίπτωση που μια ήδη έγκυος γυναίκα αποδειχθεί θετική στον HIV, όλες οι ενέργειες επικεντρώνονται στη μείωση της πιθανότητας μόλυνσης του εμβρύου. Για να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος, πρέπει η έγκυος να λαμβάνει αντιρετροϊκή αγωγή, να επιλέξει καισαρική τομή για τον τοκετό εάν το επιβάλουν οι συνθήκες, ενώ μετά τον τοκετό πρέπιε να αποφύγει να θηλάσει το νεογνό. Η επιλογή του φυσιολογικού τοκετού ή της καισαρικής τομής εξαρτάται από τον αριθμό των αντιγράφων του ιού που ανιχνεύονται ανά ml πλάσματος. Σε περιπτώσεις όπου ανιχνεύονται λιγότερα των 50 αντ./ml πλάσματος τότε συστήνεται ο φυσιολογικός τοκετός.

Αναλυτικά:

Η φαρμακευτική αγωγή

Η συνηθέστερη αντιρετροϊκή αγωγή αποτελεί έναν συνδυασμό φαρμάκων και είναι γνωστή ως αγωγή με αντιρετροϊκά φάρμακα υψηλής δραστικότητας (High Active AntiRetroviral Therapy, HAART). Αν μια γυναίκα τη λάμβανε πριν μείνει έγκυος, πρέπει να τη συνεχίσει και στην εγκυμοσύνη, στη δε περίπτωση που δεν τη λάμβανε, πρέπει να την ξεκινήσει. Εκτός από τη HAART υπάρχει και η επιλογή της χορήγησης ενός μόνο αντιρετροϊκού φαρμάκου, μόνο όμως στην περίπτωση συγκεκριμένων συνθηκών, κύηση χαμηλού κινδύνου, και αφορά σε γυναίκες, οι οποίες έχουν λάβει αντιρετροική αγωγή καθ’όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και έχουν επιτύχει πλήρη ιϊκή καταστολή πριν από τον τοκετό.

Ένα υψηλό ιικό φορτίο σε συνδυασμό με έναν χαμηλό αριθμό λεμφοκυττάρων CD4+ μεταφράζεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο μετάδοσης του ιού στο έμβρυο, ενώ απειλεί και την υγεία της γυναίκας. Η αγωγή δεν επηρεάζει το έμβρυο, παρά μόνο την έγκυο γυναίκα, που ενδέχεται να εμφανίσει μια σειρά συμπτωμάτων, από έντονη κόπωση και πεπτικές διαταραχές μέχρι εκδήλωση διαβήτη. Επίσης, το ενδεχόμενο πρόωρου τοκετού είναι αυξημένο σε περίπτωση αντιρετροϊκής θεραπείας.

Τοκετός και θηλασμός

Η καισαρική τομή είναι ο συνιστώμενος τρόπος τοκετού σε εγκύους φορείς. Όμως μια γυναίκα που φέρει τον HIV μπορεί να γεννήσει και φυσιολογικά, εφόσον πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις: έχει ήδη λάβει θεραπεία HAART, το ιικό της φορτίο είναι χαμηλότερο του 50αντ/ml και ο αριθμός των CD4 λεμφοκυττάρων είναι υψηλότερος του 350κύτ./mm3. Διαφορετικά διενεργείται καισαρική, η οποία μάλιστα προγραμματίζεται στις 38 εβδομάδες.

Όταν το μωρό γεννηθεί, θα πρέπει να λάβει και αυτό αντιρετροϊκή αγωγή άμεσα, η οποία θα διαρκέσει έως 6 εβδομάδες. Η διενέργεια αιματολογικών ελέγχων ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ένας μετά τον τοκετό, ένας με το εξιτήριο και οι υπόλοιποι στις έξι και στις 12 εβδομάδες, είναι επίσης επιτακτική.

Και βέβαια ο θηλασμός, αλλά και η χορήγηση μητρικού γάλακτος στο νεογνό με άλλον τρόπο (μπουκάλι) είναι απαγορευμένες ενέργειες.

Με τον σωστό προγραμματισμό και την κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση μια γυναίκα φορέας του ιού HIV μπορεί να φέρει στον κόσμο ένα υγιές μωρό.

Δύο Αριστεία Κλινικής Έρευνας για το Ογκολογικό και το Ενδοκρινολογικό Τμήμα

Σύνδρομο Καρπιαίου Σωλήνα: Τι πρέπει να γνωρίζετε